Η Δημόσια Ιστορική Βιβλιοθήκη Κέρκυρας είναι η αρχαιότερη δημόσια βιβλιοθήκη στην Ελλάδα. Η αρχή της ανάγεται στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν στην βιβλιοθήκη της μονής της Αγίας Ιουστίνης του τάγματος των φραγκισκανών μονάχων , που βρισκόταν στο προάστιο Γαρίτσα, προστέθηκε η πλούσια βιβλιοθήκη του Κανονικού Ιακώβου Σαβερίου Κανάλ, θεολόγου και τοποτηρητή του μητροπολίτη Λατίνων. Οι δυο αυτές βιβλιοθήκες, οι οποίες εκτιμάται ότι περιλάμβαναν γύρω στους 3.500 τόμους, αποτέλεσαν το θεμέλιο λίθο της μεταγενέστερης βιβλιοθήκης « της πρώην Ιονίου Ακαδημίας ».
Στο μοναστήρι της Αγ. Ιουστίνης οι μοναχοί σπούδαζαν ιατρική, ως εκ τούτου υπήρχαν παλιά συγγράμματα που αφορούσαν αυτή την επιστήμη, η ιατρική σχολή λειτουργούσε μέσα στο μοναστήρι όπου σύχναζαν οι γιοί των ευγενών από το 1650, ενώ τραβούσε το ζωηρό ενδιαφέρον της κερκυραϊκής κοινωνίας. Ο βενετός Doria δώρισε στο μοναστήρι όλη του την βιβλιοθήκη για « χρήση των μοναχών και των κερκυραίων πολιτών». Οι μοναχοί με την αποδοχή της δωρεάς επιφορτίζονται να ορίσουν μια βιβλιοθήκη που θα ήταν ανοιχτή σε όλους όσους ήθελαν να έλθουν να μελετήσουν. Στη διάρκεια της α΄ γαλλοκρατίας (1797-1799) τα αγαθά ορισμένων καθολικών μοναστηριών, ανάμεσα στα οποία της Αγ.Ιουστίνης και Τενέδου χαρακτηρίζονται δημόσια.
Η βιβλιοθήκη, εμπλουτισμένη και με τα βιβλία άλλων μοναστηριών, γίνεται η Δημόσια Βιβλιοθήκη Κερκύρας, απαριθμούσε περίπου 4.000 τόμους. Κερκυραίοι ανάμεσα τους ο Λάζαρος de Mordo, δωρίζουν τις ιδιωτικές βιβλιοθήκες τους. Ο Ιωάννης Μάρμορα αντικαταστάθηκε στη διεύθυνση της Βιβλιοθήκης από τον Gaetano Rusconi, έναν φανατικό της επανάστασης με τη δικαιολογία ότι πραγματευόταν θάματα παπικής εξουσίας ( de auctoriatatae Papae). H βιβλιοθήκη που από τον Μάιο του 1802 μέχρι τον Οκτώβριο του 1804 βρισκόταν υπό τη διεύθυνση του Ιατρικού Κολεγίου ( Collegio Medico ) προσαρτήθηκε στη Δημόσια Σχολή της Κέρκυρας στεγαζόμενη στο μοναστήρι της Τενέδου.
Κατά την διάρκεια της Δεύτερης Γαλλοκρατίας (Αυτοκρατορικοί Γάλλοι, 1807-1814) η Βιβλιοθήκη πέρασε στην κατοχή της «Ιονικής Ακαδημίας» (Académie Ionienne, 1808-1814) και η διοίκηση της ανατέθηκε σε μία επιτροπή Ακαδημαϊκών με πρώτο διευθυντή το βαρόνο Εμμανουήλ Θεοτόκη. Ο γάλλος λόγιος Latour Maubret τον διαδέχτηκε λίγο αργότερα. Στη συνέχεια τη διεύθυνση ανέλαβε ο Μιχαήλ Τριβώλης Πιέρης, βοτανολόγος και μέλος της Ιονικής Ακαδημίας, συγγραφέας δοκιμίων πάνω στη χλωρίδα της Κέρκυρας. Τη εποχή αυτή εμπλουτίζεται με 1.675 τόμους που προέρχονταν από τη Βιβλιοθήκη του Γεωργίου Θεοτόκη, Προέδρου της Επτανήσου Πολιτείας, οι οποίοι προσφέρθηκαν από τον Ανδρέα Καλογερά.
Στις 23 Ιουνίου 1814 ο στρατηγός Cambell αποβιβάζεται στην Κέρκυρα. Από άποψη πνευματικής ανάπτυξης η βρετανική προστασία υπήρξε μια γόνιμη περίοδος για την Κέρκυρα. Ο Ιωάννης Καποδίστριας που έγινα υπουργός εξωτερικών στην Ρωσία, έλαβε την πληροφορία από τον άγγλο Castelreaght ότι οι άγγλοι θα συμφωνούσαν με την ίδρυση ενός Πανεπιστημίου στα ελληνικά νησιά.
Η συμφωνία (charte) τέθηκε σε ισχύ το 1817 και προέβλεπε (άρθρο 23) τη ίδρυση μιας ακαδημίας για τους διάφορους κλάδους επιστημών της λογοτεχνίας και των καλών τεχνών. Στις 29 Μαΐου του 1824 έγιναν τα επίσημα εγκαίνια της Ιονίου Ακαδημίας. Στην πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη η οποία δημιουργείται με μέριμνα του δημιουργού της λόρδου Guilford, προσαρτάται στις 2/15 Δεκέμβρη του 1824 το υλικό της Δημόσιας Βιβλιοθήκης. Η βιβλιοθήκη έχει πλέον μεταφερθεί από τη Μονή Τενέδου στο παλάτι του Βρετανού Ύπατου Αρμοστή εντός του Παλαιού Φρουρίου, το οποίο χρησιμοποιούνταν και ως έδρα της Ιονίου Ακαδημίας.
Η βιβλιοθήκη στεγαζόταν σε μια μεγάλη αίθουσα του Παλατιού, χωρισμένη σε δύο ορόφους, ενώ τα βιβλία ήταν τοποθετημένα σε ερμάρια όμοια με εκείνα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Διευθυντής της Βιβλιοθήκης τοποθετήθηκε ο συγγραφέας Ανδρέας Παπαδόπουλος Βρεττός (1800-1876). Πολλές δωρεές προέρχονται από βρετανικά πανεπιστήμια : Οξφόρδη, Κέμπριτζ, Τρίνιτυ. Ο Γ.Μοτσενίγος , παλιός αντιπρόσωπος της Ρωσίας στο Ιόνιο Κράτος, δωρίζει όλη του την προσωπική βιβλιοθήκη (πολλές χιλιάδες βιβλία), η σύγκλητος του Πανεπιστημίου εκφράζει την αναγνώριση της στον γενναιόδωρο δωρητή, τοποθετώντας την προτομή του στην αίθουσα ανάγνωσης.
Αυτό όμως που υπήρξε εκπληκτικό γεγονός, ήταν η μεταφορά στις αίθουσες της Βιβλιοθήκη της Κέρκυρας, της ιδιωτικής βιβλιοθήκης του Guilford (25.000 τόμοι) που περιελάμβανε εκτός των άλλων, την ολοκληρωμένη σειρά βιβλίων που εκδόθηκε στα ελληνικά. Περιελάμβανε επίσης 3.000 χειρόγραφα ανέκδοτα – ως επί των πλείστον – μεγάλης αξίας. Η διεύθυνση του τμήματος χειρογράφων ανατέθηκε από τον Guilford στον ποιητή φιλόσοφο Ανδρέα Κάλβο.
Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη ΚέρκυραςΤο συμβούλιο διοίκησης της Βιβλιοθήκης αποτελούσαν τρεις καθηγητές πανεπιστημίου. Ένας νόμος που ψηφίστηκε όριζε την υποχρεωτική κατάθεση ενός αντίτυπου που εκδόθηκε στα Επτάνησα. Η Βιβλιοθήκη της Κέρκυρας βρίσκεται ενδυναμωμένη από το θερμό ενδιαφέρον του Guilford, των καθηγητών του Πανεπιστημίου και της Κυβέρνησης και έμοιαζε να γνωρίζει μια περίοδο άνθησης. Ο θάνατος του Guilford στο Λονδίνο στις 2 Οκτωβρίου 1827 θέτει σε κίνδυνο την λειτουργιά του Πανεπιστημίου, ενώ συγχρόνως πλήττει την Βιβλιοθήκη.
Μέσα σε ένα κωδίκελο που προστέθηκε στη διαθήκη του, όριζε τη Βιβλιοθήκη της Κέρκυρας κληρονόμο της συλλογής των βιβλίων και χειρογράφων του υπό τον όρο να προσλαμβάνουν του καθηγητές που θα κατονομάζονταν από τον ίδιο, στο Πανεπιστήμιο. Αυτό για να εξασφαλίσει τη λειτουργία του Επτανησιακού Πανεπιστημίου. Η κυβέρνηση των επτανησίων προφανώς εξωθημένη από τους κληρονόμους του Guilford αρνήθηκε να αναλάβει αυτή τη δέσμευση. Τα βιβλία και τα χειρόγραφα έπρεπε να δοθούν στο λόρδο Sheffield. Η απώλεια ήταν ανυπολόγιστη για τη Βιβλιοθήκη της Κέρκυρας και ο δυστυχής διευθυντής της Ανδρέας Παπαδόπουλος – Βρεττός υπέβαλλε την παραίτηση του.
Εν τούτοις χάρη στο ενδιαφέρον των Κερκυραίων και της Επτανησιακής Κυβέρνησης, ένα μέρος αυτής της απώλειας αποκαταστάθηκε μερικά χρόνια αργότερα. Η Βιβλιοθήκη έλαβε αξιοσημείωτες δωρεές όπως : του Nαπ. Ζαμπέλη, του Σπυρ. Σκορδίλη, Αθαν. Πολίτη, Αντώνη Πολυλά, Μάριου Πιέρρη, Πλάτωνος Πετρίδη. Ο τελευταίος εκτός από τη δωρεά της μεγάλης του βιβλιοθήκης, άφησε με διαθήκη το 1840 όλη την περιουσία του στην Κέρκυρα, ορίζοντας ότι ένα μέρος των εσόδων αυτής της περιουσίας θα αφιερώνεται στον εμπλουτισμό της Βιβλιοθήκης της Κέρκυρας.
Θα πρέπει επίσης να μνημονευτεί η γενναία δωρεά του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης που απέστειλε μια μεγάλη συλλογή συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων. Αυτός ο εμπλουτισμός ακολούθησε την εγκατάσταση του Πανεπιστημίου και της Βιβλιοθήκης σε ένα βενετικό οικοδόμημα στην κεντρική πλατεία της πόλης, τους στρατώνες Grimani, η βιβλιοθήκη στεγαζόταν στον 3ο όροφο. Σε άλλες αίθουσες λειτουργούσαν μουσεία : αρχαιολογικό, νομισμάτων, ζωολογικό, Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, στο οποίο προστέθηκε το 1846 η συλλογή «mineralogie» ορυκτών που η Ακαδημία του Petersbourg δώρισε στον Ιωάννη Καποδίστρια.
Το 1840 ιδρύεται η Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας για τη συστηματική καλλιέργεια της μουσικής. Παράλληλα η Αναγνωστική Εταιρεία άνοιξε μια καινούρια βιβλιοθήκη, ένα κίνημα πολύ δραστήριο που ίδρυσε στην Κέρκυρα μια λογοτεχνική και καλλιτεχνική παράδοση, και την έκανε πνευματικό κέντρο του ελληνισμού. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου η βιβλιοθήκη της Κέρκυρας έτυχε της διεύθυνσης λογοτεχνικών προσωπικοτήτων όπως : Κ. Ασώπιος, Π. Κουαρτάνο, Ι. Πολυλάς και αργότερα Ι. Ρωμανός.
Το 1864 πραγματοποιήθηκε η Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα. Οι καθηγητές της Ιόνιου Ακαδημίας καλούνται να συμπληρώσουν θέσεις στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η βιβλιοθήκη υπάγεται στο Υπ. Παιδείας. Αν και αυτή την εποχή η οργάνωση των βιβλιοθηκών είναι λίγο αναπτυγμένη στην Ελλάδα, η Δημόσια Βιβλιοθήκη Κέρκυρας λειτουργεί κανονικά και εμπλουτίζεται χάρη σε δωρεές Κερκυραίων και ιδρυμάτων του εξωτερικού και εσόδων του Πετριδείου κληροδοτήματος.
Μετά την Ένωση με την Ελλάδα, η Δημόσια Βιβλιοθήκη Κέρκυρας λαμβάνει τη βιβλιοθήκη του ύπατου αρμοστή και το 1870 του Αθαν. Πολίτη. Ο βασιλιάς Φρειδερίκος της Δανίας, πατέρας του βασιλιά της Ελλάδας Γεωργίου 1ου της στέλνει ένα αντίτυπο της θαυμάσιας έγχρωμης έκδοσης του Codex Sinaiticus του παλαιογράφου Tischendorf. Στο πέρασμα των χρόνων λαμβάνει τα βιβλία των : Π. Οικονόμου, Σπ. Νεράντζη, Γ. Λασκαρίδη, Ι. Τζουλάτη, ολόκληρη συλλογή του Αρχιδούκα της Αυστρίας Ludwig Salvator και τις δωρεές των Άντας Κοκκίδη και Δ. Σαψακωμένου. Το 1886 απέκτησε τη βιβλιοθήκη Α. Μουστοξύδη.
Το 1930 η βιβλιοθήκη της Κέρκυρας έγινε κάτοχος όλων των επίπλων της Ιονίου Ακαδημίας. Μπορεί πλέον να οργανωθεί σύμφωνα με τις νέες μεθόδους όσον αφορά στην ταξινόμηση των βιβλίων, την τοποθέτηση τους και την λειτουργικότητα των αιθουσών ανάγνωσης. Κατ΄αυτό τον τρόπο οργανωμένη και ολοκληρωμένη η βιβλιοθήκη της Κέρκυρας, έγινε η μόνη βιβλιοθήκη εξειδικευμένη σε επτανησιακές σπουδές. Είναι περίπου αυτή την εποχή που οι εκδότες των περιοδικών εκδόσεων αρχίζουν να στέλνουν αντίτυπα των εκδόσεών τους.
Μέχρι τον πόλεμο η βιβλιοθήκη έλαβε δωρεές των : Eλένη Πιερή, Υπουργείου Εξωτερικών, του Βρετανικού Συμβουλίου, την βιβλιοθήκη του ιστορικού Σπ. Θεοτόκη (1.200 τόμοι ), του Σπ. Ζαβιτσιάνου, της οικογένειας Ιδρωμένου ( βιβλία σπάνια επί των πλείστον και πολυάριθμα χειρόγραφα ), του Αρσακείου Κέρκυρας, των αδελφών Θεοδώρου και Σταματίου Δεσύλλα, της Τράπεζας της Ελλάδας και της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας. Σ΄αυτή την περίοδο ο κατάλογος της Βιβλιοθήκης καταρτίζεται με βάση επιστημονικές μεθόδους αυτή η ανανέωση της Βιβλιοθήκης συντελείται παράλληλα με την ύπαρξη στην Κέρκυρα ιστορικών αρχείων και άλλων λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών ιδρυμάτων της Επτανήσου.
Ο πόλεμος δυστυχώς διέκοψε αυτή την άνθηση. Οι επίσημες στατιστικές σε σχέση με τις καταστροφές που υπέστησαν οι βιβλιοθήκες στην Ελλάδα, τοποθετούν τη Βιβλιοθήκη της Κέρκυρας στην « πρώτη γραμμή ». Η καταστροφή της υπήρξε ολοκληρωτική. Έτσι χάθηκαν παλαιές εκδόσεις οι οποίες ήταν οι μοναδικές που κατείχε. Ανάμεσα στα κτίρια που καταστράφηκαν κατά την διάρκεια των έξη μηνών που διήρκεσε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος ( Οκτώβριος 1940 – Απρίλιος 1941 ) πρέπει να αναφερθεί το ιστορικό κτίριο της Ιονίου Ακαδημίας που περιελάμβανε τη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Κέρκυρας, αλλά τα βιβλία σώθηκαν χάρη σε τρεις υπαλλήλους οι οποίοι τα φύλαξαν στο υπόγειο.
Κατά τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής δίνεται εντολή να επισκευαστούν οι εγκαταστάσεις της Βιβλιοθήκης, καθώς η επανεγκατάσταση και λειτουργία της. Μετά την capitulation της Ιταλίας το Σεπτέμβριο του 1943 ένας πόλεμος ξεσπά ανάμεσα στα ιταλικά και στα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Το νησί της Κέρκυρας γίνεται θέατρο εχθροπραξιών, τη νύχτα της 13ης προς 14 Σεπτεμβρίου 1943, οι γερμανοί ρίχνουν εμπρηστικές βόμβες και εκρηκτικές. Τα αεροπλάνα βομβαρδίζουν για 36 ώρες και δεν σταματούν έως ότου όλη η πόλη να αρχίσει να καίγεται. Τότε είναι που η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Κέρκυρας τυλίχτηκε στις φλόγες.
Μετά την καταστροφή της βιβλιοθήκης το 1943, για πενήντα περίπου χρόνια στεγαζόταν σε πτέρυγα των Παλαιών Ανακτόρων. Αργότερα για διάστημα τριών περίπου χρόνων το υλικό της έμεινε αποθηκευμένο στο Πρεβαντόριο Μπενιτσών, κάτω από συνθήκες εντελώς ακατάλληλες , ενώ υπολειτουργούσε σε χώρο περίπου 80τ.μ. στο κτίριο της Αγροτικής Τράπεζας στο λιμάνι. Από το τέλος του 1997 στεγάζεται στο νότιο τμήμα του κτιρίου των Αγγλικών Στρατώνων στο Παλαιό Φρούριο.
Γίνετε Mέλος
Η κάρτα της Βιβλιοθήκης είναι το κλειδί σας για τις αμέτρητες πηγές και υπηρεσίες της Δημόσιας
Κεντρικής Βιβλιοθήκης Κέρκυρας. Συμπληρώστε μια αίτηση σήμερα και αποκτήστε την κάρτα σας!